ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΑΚΑΔΗΜΙΑ
«ΑΓΙΟΣ ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ»
ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΜΕΛΕΤΩΝ, ΕΡΕΥΝΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

Φωτογραφική έκθεση

ΦΥΣΙΟΛΟΓΟΣ
ΕΠΙΦΑΝΙΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΥΠΡΟΥ
Μέσα από μικρογραφίες ενός χειρογράφου

Η ΕΚΘΕΣΗ

Στο πλαίσιο των εορτασμών και εκδηλώσεων που διοργανώνονται από τη Μητρόπολη Κωνσταντίας και Αμμοχώστου, με αφορμή την εορτή (12 Μαΐου) του αγίου Επιφανίου επισκόπου Κωνσταντίας και Αρχιεπισκόπου Κύπρου, από τον θάνατο (403) του οποίου συμπληρώνονται φέτος 1620 χρόνια, η Πολιτιστική Ακαδημία “Άγιος Επιφάνιος” παρουσιάζει φωτογραφική έκθεση με τίτλο: Φυσιολόγος. Επιφανίου Αρχιεπισκόπου Κύπρου. Μέσα από τις μικρογραφίες ενός χειρογράφου. Η έκθεση παρουσιάζεται στην ελεύθερη επαρχία Αμμοχώστου, τον Μάιο 2023. Με έναυσμα τις απεικονίσεις ζώων, όπως αυτές παραδίδονται στο χειρόγραφο της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης της Βενετίας (Gr. IV, 35 [=1383]), του 16ου αιώνα, η έκθεση επιδιώκει να παρουσιάσει πληροφορίες για τον Φυσιολόγο, τη χειρόγραφη παράδοσή του, τους σκοπούς, την απήχηση και διάδοσή του, καθώς και την απόδοσή του στον άγιο Επιφάνιο. Ταυτόχρονα, για τα ζώα που επιλέγονται να παρουσιαστούν, γίνονται αναφορές στους χριστιανικούς συμβολισμούς και την πρόσληψή τους, καθώς και σύντομη παρουσίαση των ιδιοτήτων και χαρακτηριστικών τους μέσα από μια βυζαντινή ποιητική παραλλαγή του έργου, χρονολογούμενη στον 15ο αιώνα.

Physiologus April

Ο ΦΥΣΙΟΛΟΓΟΣ

Ο Φυσιολόγος είναι ένα εγχειρίδιο φυσικής ιστορίας και, ταυτόχρονα, ένα κείμενο διδακτικό, που παρουσιάζει τα όντα ανθρωπόμορφα και μέσα από τη συμπεριφορά τους χριστιανικές ηθικές διδαχές. Ο Φυσιολόγος στηρίζεται στον χριστιανικό συμβολισμό της φύσης.

Ο ανώνυμος συγγραφέας του Φυσιολόγου συνδύασε μύθους και παραβολές του παγανιστικού κόσμου με τη χριστιανική ηθική διδασκαλία, με αποτέλεσμα ο Φυσιολόγος να αποκτήσει ιδιαίτερη αξία στον χριστιανικό κόσμο.

Ο συγγραφέας, ο χρόνος και ο τόπος σύνθεσης, καθώς και οι πηγές του Φυσιολόγου, απασχολούν εδώ και χρόνια τους μελετητές.

Το μόνο βέβαιο είναι το ελληνικό κείμενο του Φυσιολόγου ανάγεται στην Ύστερη Αρχαιότητα και είναι ένα από τα πιο διαδεδομένα κείμενα, που καθιερώθηκε κατά τον Μεσαίωνα. Διασώζεται, με αρκετές παραλλαγές, σε μεγάλο αριθμό ελληνικών χειρογράφων, έχει μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες (Λατινικά, Συριακά, Αιθιοπικά, Αρμενικά, Γεωργιανά, Σλαβικά, κ.ά.). Αποτέλεσε επίσης βασική πηγή για τη χριστιανική εικονογραφία ζώων, τη διδακτική ποίηση, θεολογικά εγχειρίδια και υπήρξε πηγή έμπνευσης για λατινικά «βιβλία για ζώα» (bestiaries). 

Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

Επηρεασμένος από τη χριστιανική θεολογική και φιλοσοφική πρόσληψη των όντων της φύσης και του περιβάλλοντος, και αποδίδοντας διαφορετική σημασία στην αρχαία αντίληψη της φυσιολογίας, ο όρος «φυσιολόγος» έλαβε από τους χριστιανούς συγγραφείς το νόημα της αλληγορικής ερμηνείας του μύθου ή του θρύλου. Με τον όρο «φυσιολόγο» ούτε οι αρχαίοι ούτε οι χριστιανοί συγγραφείς εννοούσαν τον ενασχολούμενο απλά με τα της φύσης. Φυσιολόγος ήταν αυτός που ερμήνευε θεολογικά και ηθικά τον φυσικό κόσμο.

Από κάποιους, ο Φυσιολόγος θεωρούνταν ο συγγραφέας και όχι ο τίτλος του βιβλίου. Ποιος ήταν ο συγγραφέας του Φυσιολόγου δεν έχει ακόμη διευκρινιστεί και πιθανότατα ποτέ να μην ταυτιστεί. Αυτό που βεβαιώνεται είναι η χριστιανική του ταυτότητα.

Το έργο αποδόθηκε, ανάμεσα σε άλλους, στον Πέτρο Αλεξανδρείας, στον Ιωάννη Χρυσόστομο, στον Μέγα Αθανάσιο, στον Αμβρόσιο Μεδιολάνων, στον Ιερώνυμο και στον Επιφάνιο Κωνσταντίας. 

ΑΓΙΟΣ ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΑΣ

Το έργο Πανάριον (χρονολόγηση 377) του αγίου Επιφανίου αποτελεί, κατά κάποιους μελετητές, τεκμήριο της ύπαρξης και χρήσης του Φυσιολόγου κατά το δεύτερο μισό του 4ου αιώνα. Ο άγιος Επιφάνιος φαίνεται να χρησιμοποίησε τον Φυσιολόγο στο Πανάριον, αφού στο τελευταίο, στην καταγραφή του φοίνικα, η αναγέννηση του σκουληκιού από τις στάχτες, που γίνεται ώριμο πουλί κατά την τρίτη ημέρα, μάλλον αποτελεί λεπτομέρεια προερχόμενη από τον Φυσιολόγο. Το ίδιο φαίνεται να ισχύει και για την περιγραφή της εμφάνισης του φοίνικα στους ιερείς που τον υπηρέτησαν.

Στο έργο του αγίου Επιφανίου Περί των Δώδεκα Λίθων (χρονολόγηση 394), καταγράφεται πως το νεογέννητο λιοντάρι, μοιάζει με νεκρό τις τρεις πρώτες ημέρες μετά τη γέννησή του και έπειτα ζωντανεύει. Σε κοπτικό χειρόγραφο που διασώζει αποσπασματικά το Περί των Δώδεκα Λίθων, στην αναφορά για τον πολύτιμο λίθο αμέθυστο, καταγράφεται ονομαστικά ο Φυσιολόγος ως πηγή, αν και δεν μπορεί να διευκρινιστεί αν αφορά το ελληνικό πρωτότυπο.

Και άλλες αναφορές έχουν προταθεί από τους ερευνητές ως τεκμήρια της γνώσης του Φυσιολόγου από τον άγιο Επιφάνιο.

Barb.gr.438_0008_fr_0001v_m
Χειρόγραφο Βατικανής Βιβλιοθήκης Barb.gr.438, φ. Iv
Ott.gr.354_0008_fa_0001v_m
Χειρόγραφο Βατικανής Βιβλιοθήκης Ott.gr.354, φ. 1v - 17ος αι.
Ott.gr.354_0009_fa_0002r_m
Χειρόγραφο Βατικανής Βιβλιοθήκης Ott.gr.354, φ. 2r - 17ος αι.

Στα περισσότερα ελληνικά χειρόγραφα ο Φυσιολόγος παραδίδεται με το όνομα του αγίου Επιφανίου. Στον χειρόγραφο κώδικα που αξιοποιείται στην έκθεσή μας (Venezia, Biblioteca Nazionale Marciana, Gr. IV, 35 [=1383]) διαβάζουμε: « Ἐπιφανίου Ἀρχιεπισ|κόπου Κύπρου περὶ | τὸν Φυσιολόγον ὃς ἐ|λάλησε περὶ τῆς φύσε|ως ἑκάστου γένους θη|ρίων τε καὶ πετεινῶν».

Στην Κλείδα των έργων των Ελλήνων Πατέρων, ο Φυσιολόγος περιλαμβάνεται στα ψευδεπίγραφα έργα του αγίου Επιφανίου (CPG 3766).

Η δια τους αιώνες απόδοση στον Επιφάνιο, ενός τόσο ευρέως διαδεδομένου έργου καταδεικνύει τη μεγάλη σημασία του αγίου Επιφανίου ως καθολικώς γνωστού θεολόγου και Πατέρα της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ

Το αρχικό κείμενο του Φυσιολόγου συγγράφηκε στα αρχαία χρόνια, πιθανότατα στην Αίγυπτο, σίγουρα σε ένα περιβάλλον όπου υπάρχει συγκερασμός του αρχαίου με τον χριστιανικό κόσμο. Άλλοι μελετητές υποστηρίζουν προέλευση από τη Συρία, την Αιθιοπία, ακόμα και την Ινδία.

Σε αυτό το αρχικό κείμενο παρουσιάζονται τα χαρακτηριστικά 50 ζώων, φυτών και λίθων, παράλληλα με τη χριστιανική – θεολογική ερμηνεία τους. Την αρχική εκδοχή ακολούθησαν δύο συντομότερες, γραμμένες στα Ελληνικά, μεταξύ του 5ου και 11ου αιώνα. Τουλάχιστον δύο ή τρεις μεταφράσεις στα Λατινικά έγιναν κατά τον 8ο αιώνα, καθώς και μεταφράσεις στα Αρμενικά, Γεωργιανά, Σλαβικά, Συριακά, Κοπτικά και Αιθιοπικά.

Η ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ

Και για το θέμα του χρόνου σύνθεσης της αρχικής ελληνικής εκδοχής του Φυσιολόγου έχουν προκύψει πολλές απόψεις. Μάλλον συγγράφηκε κατά τους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες  Φαίνεται ότι είχε ήδη γραφτεί και ήταν διαδεδομένο κατά τον 2ο αιώνα (140 μ.Χ.), γιατί πιθανώς ο Φυσιολόγος να αντανακλάται σε έργα Ελλήνων Πατέρων της Εκκλησίας, για παράδειγμα στον Ωριγένη, στον Κλήμη Αλεξανδρείας, στον Ιουστίνο Μάρτυρα.

Κατά άλλους μελετητές ο Φυσιολόγος πρέπει να χρονολογηθεί στον 4ο αιώνα. Οι αναφορές στους κινδύνους των αιρέσεων που παρουσιάζονται στα κεφάλαια για τα μυρμήγκια, τις σειρήνες, τη φάλαινα και τη νερόκοτα, μπορούν να ερμηνευθούν μέσα στο πλαίσιο των συγκρούσεων που προέκυψαν από την αίρεση του αρειανισμού. Επίσης φαίνεται verbatim (κατά λέξη) αντιγραφή του Φυσιολόγου σε κείμενα του 4ου αιώνα. Την ίδια περίοδο ο Αμβρόσιος Μεδιολάνων αντλεί άμεσα από το ελληνικό κείμενο και ενσωματώνει στα έργα του κεφάλαια του Φυσιολόγου.

Ωστόσο, όλες οι αναφορές είναι νεφελώδεις και ανάγονται σε μεταγενέστερες παραδόσεις, συνεπώς δεν μπορούν να αποτελέσουν σαφή τεκμήρια.

ΟΙ ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ

Δεν μπορεί να υπάρξει ταύτιση μιας και μόνο πηγής από την οποία αντλεί ο Φυσιολόγος. Παραδόσεις, λαϊκές δεισιδαιμονίες, ψευδο-επιστημονικές αντιλήψεις και θρησκευτικές απόψεις, κοινές ανάμεσα στους πολιτισμούς της Ανατολικής Μεσογείου (ελληνικό, ρωμαϊκό, αιγυπτιακό, εβραϊκό, ινδικό) εντοπίζονται στα κεφάλαια του έργου.

Φαίνεται πως ο συντάκτης του Φυσιολόγου συνέλεξε τους μύθους από άλλη/άλλες πηγή/πηγές, αλλά συνέγραψε τις ερμηνείες, ακολουθώντας το χριστιανικό πνεύμα και τις αντιλήψεις των Αλεξανδρινών θεολόγων. Αυτό που επιτυγχάνει ο συγγραφέας είναι να αναδιηγηθεί τους αρχαίους μύθους για τα φυσικά είδη, εντάσσοντάς τους μέσα στο πνεύμα και το γράμμα των Γραφών.

Κάθε κεφάλαιο αφιερώνεται σε κάποιο ζώο, πραγματικό ή μυθικό-φανταστικό, χωρίς να ακολουθείται κάποια σειρά στην παρουσίασή τους  και δεν υπάρχει κάποιο είδος ταξινόμησης. Γίνεται περιγραφή του ζώου και ακολουθεί η “ερμηνεία”, δηλαδή παρουσίαση των συμβολισμών του και σύνδεσή του με τα ανθρώπινα και τη χριστιανική θρησκεία. Στον Φυσιολόγο αξιοποιούνται το ζωικό βασίλειο, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και οι συμπεριφορές των ζώων ως πηγές ηθικών διδαγμάτων, θρησκευτικών συμβόλων και θεολογικών ερμηνειών  (Mango 1988, 212-213).

Αποτελεί ο Φυσιολόγος απόδειξη του ενδιαφέροντος των ανθρώπων, ιδιαίτερα κατά τους Μεσαιωνικούς χρόνους, για ζώα υπαρκτά και οικεία αλλά και εξωτικά και μυθικά, που εξάπτουν τη φαντασία τους.

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ

Η επίδραση του Φυσιολόγου στη λογοτεχνία και την τέχνη είναι πολύ έντονη, ήδη από τον 5o αιώνα, περίοδο 

 

Χειρόγραφο Μαρκιανής Βιβλιοθήκης, Gr. IV, 35 (=1383), φ. 3r – 16ος αι.

κατά την οποία αρχίζουν προσπάθειες για επέκταση των κεφαλαίων του κειμένου, καθώς και εκτενείς μεταφράσεις του ελληνικού κειμένου (στα Αιθιοπικά, Αρμενικά, Συριακά). Την ίδια περίπου εποχή αρχίζει η απόδοσή του, μέσα από τη χειρόγραφη παράδοση, σε επιφανείς Πατέρες της Εκκλησίας, ανάμεσά στους οποίους είναι και ο Επιφάνιος Κωνσταντίας.

Ήδη από την αρχαιότητα ήταν διαδεδομένο και αγαπητό ανάγνωσμα, και κατά τον Μεσαίωνα απέκτησε «παγκοσμιότητα», όπως φαίνεται από το πλήθος των χειρογράφων και των μεταφράσεων.

Ο ΛΕΩΝ

“Ο λέων στον Φυσιολόγο συμβολίζει τον βασιλέα των πάντων, τον επουράνιον Θεόν, Θεού Λόγον του ζώντος.

Περιγράφονται κάποια χαρακτηριστικά και τρόποι συμπεριφοράς του λέοντα, τα οποία ανάγονται σε αλληγορίες: Ο λέων κοιμάται με ανοικτά μάτια, γεγονός που συμβολίζει την νέκρωση του σώματος του Χριστού επάνω στον σταυρό, η οποία όμως
δεν επηρέασε την ζωντανή του θεότητα.

Ο νεογέννητος λέων, ο σκύμνος, τις τρεις πρώτες ημέρες μετά την γέννησή του μοιάζει σαν να μην έχει ζωή. Ύστερα έρχεται ο πατέρας
του και παίζει μαζί του και έτσι ο σκύμνος ζωντανεύει, γεγονός που συμβολίζει την τριήμερη ταφή του Χριστού και την ανάστασή του από τον Θεό Πατέρα.

Ο λέων, εκτός από τον Χριστό, συμβολίζει το ψυχικό σθένος των μαρτύρων και των αγίων.”

Χρόνη, σ. 342.

Ο ΕΛΕΦΑΣ

Η ΑΣΠΙΣ

Ο ΗΔΡΟΨ

Ο ΟΦΙΣ

“Το φίδι αποτελεί το αρχαιότερο σύμβολο στην χριστιανική θρησκευτική γραμματεία. Η εμφάνιση του διαβόλου στην Εύα με μορφή
φιδιού και η παρακοή των πρωτοπλάστων που περιγράφονται στο βιβλίο της Γενέσεως στην Παλαιά Διαθήκη, υπήρξε καθοριστική για την παγίωση της αλληγορίας του ερπετού ως συμβόλου της πονηρίας, της μοχθηρίας, του ίδιου του διαβόλου.

Το φίδι ωστόσο λαμβάνεται και με εντελώς αντίθετη συμβολική σημασία, η οποία βασίζεται στον λόγο του Χριστού στην Καινή Διαθήκη,
(Ματθ. 10.16). Επίσης ο θετικός συμβολισμός του φιδιού απορρέει και από το χωρίο 3.1 της Γενέσεως στην Παλαιά Διαθήκη, στο οποίο ο όφις χαρακτηρίζεται ως το πιο φρόνιμο από όλα τα θηρία.

Ιδιαίτερη αναφορά από τους υμνογράφους και τον Φυσιολόγο γίνεται στην έχιδνα, που συμβολίζει κυρίως τον προδότη Ιούδα: Γέννημα
εχιδνών ο Ιούδας (…).

Ο Χριστός και ο Ιωάννης ο Πρόδρομος στην Καινή Διαθήκη (Ματθ. 3.7, Ματθ. 23.33) αποκαλούν τους Φαρισαίους και Σαδουκαίους
γεννήματα εχιδνών.”

Χρόνη, σσ. 348-349.

Ο ΥΔΡΩΨ

Η ΕΛΑΦΟΣ

Η ΑΛΩΠΗΞ

“Οι συμβολισμοί της αλεπούς, η οποία πέρασε και στην λαική
παράδοση για την πονηρία της, στον Φυσιολόγο συμβολίζει τον διάβολο, ενώ στην υμνογραφία χρησιμοποιείται αλληγορικά για τους πονηρούς διώκτες του Χριστού και των αγίων.

Γενικότερα η αλεπού περιγράφεται στα κείμενα της Καινής και
Παλαιάς Διαθήκης (Βλ. Α.Ασ. 2.15. Ιεζ. 13.4, 15.18. Ματθ. 8.20. Λουκ. 9.58, 13.32) ως αρπακτικό ζώο, επικίνδυνο για τις καλλιέργειες και ιδιαίτερα για τα αμπέλια. Αποτελεί σύμβολο της πονηρίας και αρπακτικότητας που στρέφεται κατά των πιο αδύναμων ζώων και των καρπών.”

Χρόνη, σ. 332.

Η ΜΕΛΙΣΣΑ

“Η μέλισσα αποτελεί ένα από τα πλέον αγαπητά θέματα των βυζαντινών συγγραφέων και προβάλλεται ως σύμβολο εργατικότητας, εκλεκτικότητας και συνέπειας. Ιδιαίτερα προσφιλής φαίνεται ότι ήταν ο παραλληλισμός της μέλισσας με ιερά πρόσωπα στα αγιολογικά και υμνογραφικά κυρίως κείμενα, σύμφωνα με τον οποίον, ο τρόπος συλλογής από τα φυτά του απαραίτητου υλικού, προκειμένου να παρασκευαστεί το μέλι, προσιδιάζει με εκείνον κατά τον οποίον το τιμώμενο πρόσωπο συνέλεξε τις ιερές διδαχές για να καλλιεργήσει τις αρετές της χριστιανικής διδασκαλίας.

Στηνν υμνογραφία η μέλισσα απαντάται ως σύμβολο της ακατάπαυστης πνευματικής εργασίας και επιμέλειας.

Ένας άλλος συμβολισμός των μελισσών που αναφέρεται στο βουητό που δημιουργεί το πέταγμα του σμήνους απαντάται στην υμνογραφία και σχετίζεται με τις βιοτικές μέριμνες και φροντίδες που βασανίζουν τον ανθρώπινο νού.”

Χρόνη, σσ. 344-345.

Ο ΒΑΤΡΑΧΟΣ

Ο ΜΕΡΜΗΞ

Ο ΠΙΘΗΚΟΣ

Ο πίθηκος είναι πονηρό ζώο, σύμβολο της ματαιοδοξίας, της απληστίας και της λαγνείας. Ο πίθηκος στον Φυσιολόγο παρουσιάζεται ως κακός και ως μιμητής του ανθρώπου. 

Ο κυνηγός προσποιείται ότι τρίβει κόλλα στα μάτια του και κρύβεται. Κατεβαίνει τότε ο πίθηκος από το δέντρο, μιμείται τον κυνηγό, κολλάει τα μάτια του και τότε εύκολα παγιδεύεται.

Η κόλλα συμβολίζει την αμαρτία που θολώνει των όραση και αποτελεί μεγάλη παγίδα για το σώμα και την ψυχή.

ΤΟ ΠΑΓΩΝΙ

Ο ΦΟΙΝΙΞ

Ο ΑΕΤΟΣ

Ο ΓΥΨ

Ο ΠΕΛΕΚΑΝΟΣ

Ο ΠΕΛΑΡΓΟΣ

Η ΠΕΡΔΙΚΑ

Η ΠΕΡΙΣΤΕΡΑ

Ο ΚΟΡΑΞ

Ο ΕΡΩΔΙΟΣ

Παρουσιάζονται εδώ επιλεκτικά μερικά από τα ζώα.

Όλες οι μικρογραφίες που παρουσιάζονται στην έκθεση προέρχονται από το ελληνικό χειρόγραφο της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης της Βενετίας (Gr. IV, 35 [=1383]) © Venezia, Biblioteca Nazionale Marciana, Gr. IV, 35 (=1383)

Οι αναφορές  στους συμβολισμούς αναπαράγονται από το άρθρο της Μαρίας Χρόνη, “Ὁ χριστιανικὸς συμβολισμὸς τοῦ φυσικοῦ κόσμου στὴν θεολογικὴ γραμματεία τοῦ Βυζαντίου (μὲ ἔμφαση στὴν ὑμνογραφία)”, Βυζαντινά Σύμμεικτα 32 (2022) 321-367 (όπου και βιβλιογραφία).

Οι ανατυπώσεις της ποιητικής εκδοχής είναι από το βιβλίο Émile Legrand (επιμ.), Le Physiologus. Poeme sur la nature des animaux en grec vulgaire et en vers politiques, Παρίσι 1873.

Πρόσφατη έκδοση και μελέτη του κειμένου και των χειρογράφων του Φυσιολόγου έγινε από τον Stavros Lazaris, Le Physiologus grec. Volume I. La réécriture de l’histoire naturelle antique, (Micrologus Library 77/1), Firenze 2016, και Le Physiologus grec. Volume II. Donner à voir la nature, (Micrologus Library 107 [77/2]), Firenze 2021. 

Παραδίδεται πιο κάτω το κείμενο του Φυσιολόγου, όπως έχει εκδοθεί στην Patrologia Graeca, τόμος 43, στ. 517-534. 

Επιμέλεια έκθεσης: Χριστίνα Κάκκουρα

EL